- σφάκος
- σφάκοςsage-applemasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
σφάκος — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 300 μ.), στην επαρχία Σελίνου, του νομού Χανίων. Υπάγεται διοικητικά στην κοινότητα Κακοδικίου. * * * ὁ, Α βλ. φάσκος … Dictionary of Greek
σφακός — σφᾱκός , σφήξ wasp masc gen sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σφάκον — σφάκος sage apple masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σφάκου — σφάκος sage apple masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φάσκο — το / φάσκον, ΝΜΑ νεοελλ. κοινή ονομασία βρύου τών δένδρων αρχ. είδος λειχήνας. [ΕΤΥΜΟΛ. Λ. άγνωστης ετυμολ., που δηλώνει αφ ενός το φυτό ελελίσφακος, τη φασκομηλιά, και αφ ετέρου ένα είδος λειχήνα, ο οποίος φύεται στις δρυς, δύο φυτά που έχουν ως … Dictionary of Greek
σ(φ)άκια — Α (κατά τον Ησύχ.) «τῆς ἀμπέλου τὰ κλήματα». [ΕΤΥΜΟΛ. πιθ. < σφάκος*] … Dictionary of Greek
σφάγνος — ο, ΝΑ, και σφάγνο, το, Ν νεοελλ. βοτ. κοσμοπολίτικο γένος φυλλόβρυων βρυοφύτων που αποτελεί το μοναδικό μέλος τής τάξης σφαγνώδη και περιλαμβάνει 300 είδη μικρών ωχροπράσινων έως βαθυκόκκινων φυτών με ύψος έως 30 εκατοστόμετρα αρχ. 1. το φυτό… … Dictionary of Greek
σφάκα — Όνομα δύο οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 240 μ.) στην επαρχία Λοκρίδας του νομού Φθιώτιδας. Είναι έδρα της ομώνυμης κοινότητας (25 τ. χλμ.). 2. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 300 μ.), στην επαρχία Σητείας του νομού Λασιθίου. Είναι έδρα της… … Dictionary of Greek
σφακιά — Περιοχή της Κρήτης. Η περιοχή αποτελεί το δήμο Σφακίων (έκταση 468 τ. χλμ.). Έδρα είναι η Χώρα Σφακιών. Στην περιοχή των Σ., δεσπόζουν τα Λευκά Όρη ή Μαδάρες με υψηλότερες κορυφές το Κάστρο και το Θοδωρή (2460 μ.). Η επαρχία καλύπτει το χώρο του… … Dictionary of Greek
σφακώδης — ῶδες, Α [σφάκος] (για τόπο) αυτός στον οποίο φύεται με αφθονία η φασκομηλιά … Dictionary of Greek